basse
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
basse | basses |
basse (fr) θηλυκό
- (μουσική) η μπάσα φωνή, φωνή μπάσου
- (μουσικό όργανο) το βιολοντσέλο, μπάσο
ενικός | πληθυντικός |
basse | basses |
basse (fr) θηλυκό