avant-garde
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
avant-garde (en)
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.vɑ̃.ɡaʁd/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
avant-garde | avant-gardes |
avant-garde (fr) θηλυκό
- η εμπροσθοφυλακή
- το αβανγκάρντ, η πρωτοπορία