Δείτε επίσης: Atlas

Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

atlas (en)

  1. άτλαντας, συλλογή από χάρτες
  2. συλλογή από πίνακες και εικόνες σχετικές με ένα θέμα
  3. (ανατομία) άτλαντας (ο πρώτος σπόνδυλος)
  4. κίονας με μορφή άντρα
     συνώνυμα: telamon
  5. χαρτί διαστάσεων 26Χ34 ίντσες



Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

atlas < λατινική Atlas < Ἄτλας

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈatlas/
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

atlas (pl) αρσενικό

  1. άτλαντας