Ισπανικά (es) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

armonia (es) πληθυντικός: armonías

Συγγενικά επεξεργασία

  • armonio
  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

  Πηγές επεξεργασία




Ιταλικά (it) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
armonia armonie

  Ετυμολογία επεξεργασία

armonia < λατινική harmonĭa < αρχαία ελληνική ἁρμονία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

armonia (it) θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  • armonium
  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

  Πηγές επεξεργασία