administrative
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- administrative < (άμεσο δάνειο) λατινική administrātīvus[1]. Μορφολογικά αναλύεται σε: administr(ation) + -ative[2]. (μαρτυρείται από το 1731[1] ή το 1651[2])
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ədˈmɪn.ɪ.strə.tɪv/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ədˈmɪn.ə.strə.t̬ɪv/ (ΗΠΑ)
Επίθετο επεξεργασία
administrative (en)
Σύνθετα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ 1,0 1,1 administrative - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- ↑ 2,0 2,1 administrative - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)