accessible
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- accessible < γαλλική accessible < λατινική accessibilis < accessus < accedo
Επίθετο επεξεργασία
accessible (en)
Κατάλληλη πρόθεση επεξεργασία
- accessible to: η κατάλληλη πρόθεση είναι το to
- accessible + τυπική διατύπωση/φράση: μπορεί η πρόθεση να διαφέρει εάν αποτελεί τυπική διατύπωση
- παράδειγμα: accessible at high water, accessible with accommodations for the (cohort/some
people) - οι προθέσεις εδώ δεν συνδέονται με το accessible· αποτελούν ξεχωριστά συστατικά της πρότασης (απλώς βρίσκονται δίπλα)
Αντώνυμα επεξεργασία
Σύνθετα επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.ksɛ.sibl/
- ⓘ
Ετυμολογία επεξεργασία
accessible < λατινική accessibilis < accessus < accedo
Επίθετο επεξεργασία
accessible (fr)