Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

aberrant (en)

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό aberrant aberrants
θηλυκό aberrante aberrantes

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.bɛ.ʁɑ̃/
 

  Επίθετο επεξεργασία

aberrant (fr)

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία