Γερμανικά (de) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Mund die Münder
γενική des Mundes
Munds
der Münder
δοτική dem Mund
Munde
den Mündern
αιτιατική den Mund die Münder

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Mund (de) αρσενικό


  Κύριο όνομα επεξεργασία

Mund αρσενικό ή θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]