Γερμανικά (de) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Deutschland
γενική des Deutschlands
δοτική dem Deutschland
αιτιατική das Deutschland
Σπάνια πληθυντικός Deutschländer
Συνήθως εννοούνται οι δυο Γερμανίες κατά τον Ψυχρό Πόλεμο.

  Ετυμολογία επεξεργασία

Deutschland < deutsch (γερμανικός) + Land (χώρα) < πρωτογερμανική *þiudiskaz < *þeudō (λαός) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *tewtéh₂ + πρωτογερμανική *landą < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *lendʰ-

  Προφορά επεξεργασία

 

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Deutschland (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία