2G
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- 2G < 2nd generation < second generation wireless (περίπου 1991)
Συντομομορφή επεξεργασία
2G (en) αρκτικόλεξο
- (τηλεπικοινωνίες), (κινητή τηλεφωνία) τεχνολογία με ψηφιακό κρυπτογραφημένο σήμα, δυνατότητα αποστολής μηνυμάτων SMS και περιορισμένη πρόσβαση στο διαδίκτυο (internet) [1][2]
Υπώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- 2G στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Αλογάκος Αντώνιος (Σπάρτη 2018), Έλεγχος Ποιότητας Υπηρεσίας (QoS) με δικτυοστρεφή τρόπο σε κινητά δίκτυα 3G/4G, σελ 12. Προσπέλαση 2020-04-15
- ↑ Δημοράγκα Θ. Παρασκευή (Θεσσαλονίκη 2011) Πρόσβαση σε υπηρεσίες φωνής video και δεδομένων με τη χρήση των δικτύων WiMAX, σελ. 7. Προσπέλαση 2020-05-22.