Δείτε: εκ, εκ-, έκ-, ἐκ, ἐκ-, ἔκ-

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐκ- < πρόθεση ἐκ (πριν από σύμφωνο), ή ἐξ (πριν από φωνήεν)

  Πρόθημα επεξεργασία

ἐκ-

Άλλες μορφές επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία