Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χημειοθεραπεία οι χημειοθεραπείες
      γενική της χημειοθεραπείας των χημειοθεραπειών
    αιτιατική τη χημειοθεραπεία τις χημειοθεραπείες
     κλητική χημειοθεραπεία χημειοθεραπείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χημειοθεραπεία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική chimiothérapie < ελληνιστική κοινή χημεία / χυμεία + -θεραπεία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /çi.mi.o.θe.ɾaˈpi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χη‐μει‐ο‐θε‐ρα‐πεί‐α

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χημειοθεραπεία θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία