Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φύκι τα φύκια
      γενική του φυκιού των φυκιών
    αιτιατική το φύκι τα φύκια
     κλητική φύκι φύκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φύκι < αρχαία ελληνική φύκιον

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φύκι ουδέτερο ( & το φύκος) στον πληθυντικό και φύκη (ροδοφύκη, φαιοφύκη κ.λπ.)

  • φυτά της θάλασσας, σε ποικιλία σχημάτων, χρωμάτων και μεγεθών.

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία