Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φλιπάρω < από το αγγλικό ρήμα flip + επίθημα -άρω

  Ρήμα επεξεργασία

φλιπάρω

Δεν μπορώ άλλο εδώ μέσα, θα φλιπάρω.

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία