φιλίτια
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φιλίτια < φιλίτιον και φιδίτιον ή περιπαικτικά για την τσιγκουνιά στο φτωχικό γεύμα φειδίτιον (φείδομαι) ο χώρος όπου έτρωγαν το συσσίτιο οι Σπαρτιάτες
Ουσιαστικό επεξεργασία
φιλίτια (στον πληθ.)
- το λιτό σπαρτιατικό γεύμα, το συσσίτιο των ανδρών σε κοινο τραπέζι και χώρο