Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπογλυκαιμία οι υπογλυκαιμίες
      γενική της υπογλυκαιμίας των υπογλυκαιμιών
    αιτιατική την υπογλυκαιμία τις υπογλυκαιμίες
     κλητική υπογλυκαιμία υπογλυκαιμίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

υπογλυκαιμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική hypoglycémie < hypo- (< αρχαία ελληνική ὑπό) +‎ glycémie < αρχαία ελληνική γλυκύς + αἷμα)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.po.ɣli.ceˈmi.a/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

υπογλυκαιμία θηλυκό

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία