Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

συγχαίρω < συν + χαίρω

  Ρήμα επεξεργασία

συγχαίρω

  • δίνω σε κάποιον συγχαρητήρια, δηλώνω την έγκρισή μου και τη χαρά μου για κάτι που έκανε
σας συγχαίρω για την επιτυχία σας

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία