πολιτειακά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πολιτειακά < πολιτειακός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
πολιτειακά
Μεταφράσεις επεξεργασία
πολιτειακά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
πολιτειακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πολιτειακός