Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πλάσσω < αρχαία ελληνική πλάσσω

  Ρήμα επεξεργασία

πλάσσω (παθητική φωνή: πλάσσομαι)

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πλάσσω < πρωτοελληνική *pláťťō < *platʰyō • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ρήμα επεξεργασία

πλάσσω

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία