Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ παιδίον τὰ παιδί
      γενική τοῦ παιδίου τῶν παιδίων
      δοτική τῷ παιδί τοῖς παιδίοις
    αιτιατική τὸ παιδίον τὰ παιδί
     κλητική ! παιδίον παιδί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παιδίω
γεν-δοτ τοῖν  παιδίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «τέκνον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

παιδίον < παῖς, παιδ- + υποκοριστικό επίθημα -ίον

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παιδίον ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη παῖς

  Πηγές επεξεργασία