Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η ομόνοια
      γενική της ομόνοιας
ομονοίας
    αιτιατική την ομόνοια
     κλητική ομόνοια
Η λόγια γενική ενικού, όπως στην «πλατεία Ομονοίας».
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ομόνοια < αρχαία ελληνική ὁμόνοια

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ομόνοια θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. η ταυτότητα αντιλήψεων και η αίσθηση της ενότητας που προκύπτει από αυτήν
  2. ειρηνική-φιλική συνύπαρξη στο πλαίσιο κοινών αρχών, συναινετική συνύπαρξη

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία