νευρώνας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | νευρώνας | οι | νευρώνες |
γενική | του | νευρώνα | των | νευρώνων |
αιτιατική | τον | νευρώνα | τους | νευρώνες |
κλητική | νευρώνα | νευρώνες | ||
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- νευρώνας < καθαρεύουσα νευρών < γαλλική neuron < αρχαία ελληνική νεῦρον[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /neˈvɾo.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νευ‐ρώ‐νας
Ουσιαστικό επεξεργασία
νευρώνας αρσενικό
- (ανατομία) κύτταρο του νευρικού συστήματος, το οποίο μεταφέρει και επεξεργάζεται πληροφορίες
- ↪ Οι νευρώνες είναι υπεύθυνοι για την αντίληψη, την σκέψη και την κίνηση των ζώων, ενώ τα υπόλοιπα κύτταρα του νευρικού συστήματος φροντίζουν να λειτουργούν σωστά οι νευρώνες.
Δείτε επίσης επεξεργασία
- νευρώνας στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
νευρώνας
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ νευρώνας - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας