Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μουσικό όργανο τα μουσικά όργανα
      γενική του μουσικού οργάνου των μουσικών οργάνων
    αιτιατική το μουσικό όργανο τα μουσικά όργανα
     κλητική μουσικό όργανο μουσικά όργανα
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

μουσικό όργανο ουδέτερο

→ δείτε τη λέξη  επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία