Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το λογικό τα λογικά
      γενική του λογικού των λογικών
    αιτιατική το λογικό τα λογικά
     κλητική λογικό λογικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

λογικό < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική λογικά (στον πληθυντικό: τα μυαλά)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

λογικό ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

λογικό

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του λογικός
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του λογικός

  Πηγές επεξεργασία