Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο λεγόμενος η λεγόμενη το λεγόμενο
      γενική του λεγόμενου της λεγόμενης του λεγόμενου
    αιτιατική τον λεγόμενο τη λεγόμενη το λεγόμενο
     κλητική λεγόμενε λεγόμενη λεγόμενο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι λεγόμενοι οι λεγόμενες τα λεγόμενα
      γενική των λεγόμενων των λεγόμενων των λεγόμενων
    αιτιατική τους λεγόμενους τις λεγόμενες τα λεγόμενα
     κλητική λεγόμενοι λεγόμενες λεγόμενα
Για λόγιους τύπους, δείτε την αρχαία κλίση λεγόμενος.
ομάδα 'εισαγόμενος', Κατηγορία όπως «εισαγόμενος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /leˈɣo.me.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λε‐γό‐με‐νος

  Μετοχή επεξεργασία

λεγόμενος, -η, -ο

  1. που λέγεται κάπως, γνωστός με κάποια ονομασία
    Πρόβλημα παρατηρείται στη στελέχωση των λεγόμενων αγροτικών ιατρείων.
    Ξ λεγόμενη «κακή χοληστερίνη» βασανίζει πολλούς σήμερα.
     συνώνυμα: επονομαζόμενος, ονομαζόμενος
  2. που υποτίθεται ότι έχει κάποια ιδιότητα, υποτιθέμενος
    Τελικά, η λεγόμενη «ταχύρρυθμη εκμάθηση» αποδείχτηκε εξαιρετικά αργή.
     συνώνυμα: υποτιθέμενος, θεωρούμενος, δήθεν

Άλλες μορφές επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη λέω / λέγω

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική λεγόμενος λεγομένη τὸ λεγόμενον
      γενική τοῦ λεγομένου τῆς λεγομένης τοῦ λεγομένου
      δοτική τῷ λεγομέν τῇ λεγομέν τῷ λεγομέν
    αιτιατική τὸν λεγόμενον τὴν λεγομένην τὸ λεγόμενον
     κλητική ! λεγόμενε λεγομένη λεγόμενον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ λεγόμενοι αἱ λεγόμεναι τὰ λεγόμεν
      γενική τῶν λεγομένων τῶν λεγομένων τῶν λεγομένων
      δοτική τοῖς λεγομένοις ταῖς λεγομέναις τοῖς λεγομένοις
    αιτιατική τοὺς λεγομένους τὰς λεγομένᾱς τὰ λεγόμεν
     κλητική ! λεγόμενοι λεγόμεναι λεγόμεν
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ λεγομένω τὼ λεγομέν τὼ λεγομένω
      γεν-δοτ τοῖν λεγομένοιν τοῖν λεγομέναιν τοῖν λεγομένοιν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λυόμενος' όπως «λυόμενος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Μετοχή επεξεργασία

λεγόμενος-η, -ον

Παράγωγα επεξεργασία