Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κυκλώνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κυκλώνω < αρχαία ελληνική κυκλόω / κυκλῶ < κύκλος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ciˈklo.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κυ‐κλώ‐νω

  Ρήμα επεξεργασία

κυκλώνω, αόρ.: κύκλωσα, παθ.φωνή: κυκλώνομαι, π.αόρ.: κυκλώθηκα, μτχ.π.π.: κυκλωμένος

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη κύκλος

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία