κλυτός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κλυτός < κλύω
Επίθετο επεξεργασία
κλυτός
- ονομαστός
- ※ 8ος αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 15 (Ο. Παλίωξις παρὰ τῶν νεῶν.), στίχ. 173
- ἀγχοῦ δ᾽ ἱσταμένη προσέφη κλυτὸν ἐννοσίγαιον·
- και από σιμά προσφώνησε τον μέγαν Ποσειδώνα:
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- ἀγχοῦ δ᾽ ἱσταμένη προσέφη κλυτὸν ἐννοσίγαιον·
- ※ 8ος αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 15 (Ο. Παλίωξις παρὰ τῶν νεῶν.), στίχ. 173