Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ηλιάζω < αρχαία ελληνική ἡλιάζω

  Ρήμα επεξεργασία

ηλιάζω

→ δείτε τη λέξη  λιάζω

  Μεταφράσεις επεξεργασία