ερωτηματικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ερωτηματικός < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /e.ɾo.ti.ma.tiˈkos/
Επίθετο επεξεργασία
ερωτηματικός, -ή, -ό
- που κάνει ή περιέχει μια ερώτηση
- ερωτηματικές προτάσεις
Μεταφράσεις επεξεργασία
ερωτηματικός