Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

επί τούτοις < ἐπὶ τούτοις < ἐπί & τούτῳ δοτική πληθυντικού ουδετέρου του οὗτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Έκφραση επεξεργασία

επί τούτοις