Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εξαιρετικά < εξαιρετικός

  Επίρρημα επεξεργασία

εξαιρετικά

  1. υπέροχα
  2. πάρα πολύ, σε μεγάλο βαθμό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

εξαιρετικά