Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκλεγμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εκλεγμέν
ος
η
εκλεγμέν
η
το
εκλεγμέν
ο
γενική
του
εκλεγμέν
ου
της
εκλεγμέν
ης
του
εκλεγμέν
ου
αιτιατική
τον
εκλεγμέν
ο
την
εκλεγμέν
η
το
εκλεγμέν
ο
κλητική
εκλεγμέν
ε
εκλεγμέν
η
εκλεγμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εκλεγμέν
οι
οι
εκλεγμέν
ες
τα
εκλεγμέν
α
γενική
των
εκλεγμέν
ων
των
εκλεγμέν
ων
των
εκλεγμέν
ων
αιτιατική
τους
εκλεγμέν
ους
τις
εκλεγμέν
ες
τα
εκλεγμέν
α
κλητική
εκλεγμέν
οι
εκλεγμέν
ες
εκλεγμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκλεγμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
εκλέγω
Μετοχή
επεξεργασία
εκλεγμένος, -η, -ο
που έχει
εκλεχθεί
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκλεγμένος
αγγλικά
:
elected
(en)
γαλλικά
:
élu
(fr)