Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εισβάλλω < αρχαία ελληνική εἰσβάλλω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /iˈzva.lo/

  Ρήμα επεξεργασία

εισβάλλω

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία