Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική δεκάς αἱ δεκάδες
      γενική τῆς δεκάδος τῶν δεκάδων
      δοτική τῇ δεκάδ ταῖς δεκάσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν δεκάδ τὰς δεκάδᾰς
     κλητική ! δεκάς δεκάδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δεκάδε
γεν-δοτ τοῖν  δεκάδοιν
Με βραχύ άλφα στο θέμα -άς, -άδος.
3η κλίση, Κατηγορία 'δεκάς' όπως «δεκάς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δεκάς, -άδος θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία