Δείτε επίσης: Κατηγορία:Βαυαρική γλώσσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα βαυαρικά
      γενική των βαυαρικών
    αιτιατική τα βαυαρικά
     κλητική βαυαρικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βαυαρικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου βαυαρικός στον πληθυντικό < Βαυαρός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βαυαρικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

βαυαρικά