Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αποστέλλω < αρχαία ελληνική ἀποστέλλω < ἀπό + στέλλω

  Ρήμα επεξεργασία

αποστέλλω (παθητική φωνή: αποστέλλομαι)

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία