Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντικατεστημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αντικατεστημέν
ος
η
αντικατεστημέν
η
το
αντικατεστημέν
ο
γενική
του
αντικατεστημέν
ου
της
αντικατεστημέν
ης
του
αντικατεστημέν
ου
αιτιατική
τον
αντικατεστημέν
ο
την
αντικατεστημέν
η
το
αντικατεστημέν
ο
κλητική
αντικατεστημέν
ε
αντικατεστημέν
η
αντικατεστημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αντικατεστημέν
οι
οι
αντικατεστημέν
ες
τα
αντικατεστημέν
α
γενική
των
αντικατεστημέν
ων
των
αντικατεστημέν
ων
των
αντικατεστημέν
ων
αιτιατική
τους
αντικατεστημέν
ους
τις
αντικατεστημέν
ες
τα
αντικατεστημέν
α
κλητική
αντικατεστημέν
οι
αντικατεστημέν
ες
αντικατεστημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αντικατεστημένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
αντικαθιστώ
Μετοχή
επεξεργασία
αντικατεστημένος, -η, -ο
→
δείτε
τη λέξη
αντικαθιστώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αντικατεστημένος
αγγλικά
:
replaced
(en)
,
ousted
(en)
γαλλικά
:
remplacé
(fr)