Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αναλήθεια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
αναλήθει
α
οι
αναλήθει
ες
γενική
της
αναλήθει
ας
των
αναληθει
ών
αιτιατική
την
αναλήθει
α
τις
αναλήθει
ες
κλητική
αναλήθει
α
αναλήθει
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
αναλήθεια
< (
ελληνιστική κοινή
)
ἀναληθής
< α
στερητικό
και
ἀληθής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αναλήθεια
θηλυκό
κάπως ηπιότερη λέξη για το
ψέμα
, αυτό που δεν
αληθεύει
, που συνιστά
ψεύδος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αναλήθεια
αγγλικά
:
untruth
(en)
,
falsehood
(en)
,
false
(en)
statement
(en)