αμελής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | αμελής | η | αμελής | το | αμελές |
γενική | του | αμελούς* | της | αμελούς | του | αμελούς |
αιτιατική | τον | αμελή | την | αμελή | το | αμελές |
κλητική | αμελή(ς) | αμελής | αμελές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | αμελείς | οι | αμελείς | τα | αμελή |
γενική | των | αμελών | των | αμελών | των | αμελών |
αιτιατική | τους | αμελείς | τις | αμελείς | τα | αμελή |
κλητική | αμελείς | αμελείς | αμελή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία επεξεργασία
- αμελής < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀμελής < ἀ- στερητικό + μέλω
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.meˈlis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐με‐λής
Επίθετο επεξεργασία
αμελής, -ής, -ές, συγκριτικός : αμελέστερος, υπερθετικός : αμελέστατος
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
→ και δείτε τις λέξεις πλημμελής, επιμελής και μέλει
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αμελής
Πηγές επεξεργασία
- αμελής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αμελής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- αμελής - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας