ακολούθως
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ακολούθως < ἀκολούθως
Επίρρημα επεξεργασία
ακολούθως
- στη συνέχεια
- Πήγε στη γραμματεία και ακολούθως στο γραφείο του υπουργού
- όπως εξηγείται, διευκρίνεται παρακάτω
- Θα πρέπει να ενεργήσουν ως ακολούθως...
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ακολούθως