Δείτε επίσης: ἀδελφομεράδι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αδερφομοιράδι τα αδερφομοιράδια
      γενική του αδερφομοιραδιού των αδερφομοιραδιών
    αιτιατική το αδερφομοιράδι τα αδερφομοιράδια
     κλητική αδερφομοιράδι αδερφομοιράδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αδερφομοιράδι < αδερφο- + μοιράδι. Δείτε και το μεσαιωνικό ἀδελφομεράδι.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ðeɾ.fo.miˈɾa.ði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐δερ‐φο‐μοι‐ρά‐δι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αδερφομοιράδι ουδέτερο

  • (λαϊκότροπο) το μερίδιο από την περιουσία της οικογένειας ή την κληρονομιά που παίρνει ο κάθε αδελφός
    ※  Στη μέση του σπιτιού ένα δέντρο, Αυτό που ήταν στην αυλή βλάστησε μέχρι το παραπόρτι και μπήκε μέσα σαν κληρονόμος από αδερφομοιράδι
    Σταυρούλα Δημητρίου, Η επιστροφή της Κίχλης, εκδ. Λιβάνη, 2017
    ※  Άλλωστε τα ακίνητα των διαδίκων προέρχονταν από ένα ενιαίο ακίνητο, το οποίο μοιράσθηκαν δύο αδέρφια, δηλαδή ήταν "αδερφομοιράδι" και ως εκ τούτου το ακίνητο της ενάγουσας και των εναγομένων έχουν περίπου την ίδια επιφάνεια
    Απόφαση 1392 / 2012 Άρειου Πάγου [1]

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις αδερφός, αδελφός και μοίρα

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία