Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

άλλωστε < αρχαία ελληνική ἄλλως τε

  Επίρρημα επεξεργασία

άλλωστε

  1. εξάλλου
    Και διατί να το κρύψωμεν άλλωστε;
  2. βέβαια
    έχεις άδικο, όπως άλλωστε ξέρεις πολύ καλά

  Μεταφράσεις επεξεργασία