Φερενίκη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Φερενίκη | ||
γενική | της | Φερενίκης | ||
αιτιατική | τη | Φερενίκη | ||
κλητική | Φερενίκη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Φερενίκη θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
Φερενῑκα- | |||||
ονομαστική | ἡ | Φερενίκη | αἱ | Φερενῖκαι | |
γενική | τῆς | Φερενίκης | τῶν | Φερενικῶν | |
δοτική | τῇ | Φερενίκῃ | ταῖς | Φερενίκαις | |
αιτιατική | τὴν | Φερενίκην | τὰς | Φερενίκᾱς | |
κλητική ὦ! | Φερενίκη | Φερενῖκαι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Φερενίκᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Φερενίκαιν | |||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό. | |||||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'νίκη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Φερενίκη < φερενίκη, θηλυκό του φερένικος < φέρω + νίκη
Κύριο όνομα επεξεργασία
Φερενίκη θηλυκό