Δείτε επίσης: τίγρης, Τίγρις, τίγρις

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Τίγρης οι (Τίγρητες)
      γενική του Τίγρητος των (Τιγρήτων)
    αιτιατική τον Τίγρη
Τίγρητα
τους (Τίγρητες)
     κλητική Τίγρη (Τίγρητες)
Δείτε τις διαφορές της αρχαίας κλίσης «ὁ Τίγρης».
Διαφορετικά κλίνεται το ζώο «ο τίγρης»
και η αρχαία τίγρις.
όπως «αρχαιόκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Τίγρης < αρχαία ελληνική Τίγρης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈti.ɣɾis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τί‐γρης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τίγρης αρσενικό στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

Τίγρης < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τίγρης αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία