Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πενσυλβάνια < (φωνητική απόδοση) αγγλική Pennsylvania. Συγκρίνετε με το παλιότερο Πενσυλβανία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πενσυλβάνια θηλυκό άκλιτο (δείτε και το κλιτό Πενσυλβανία)

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία