Πελασγίς
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Πελασγίς < Πελασγός
Ουσιαστικό επεξεργασία
Πελασγίς-ίδος
- Πελασγικός
- ἀπὸ δὲ ταύτης διὰ Θήβης πεδίου ἐπορεύετο, Ἀδραμύττειόν τε πόλιν καὶ Ἄντανδρον τὴν Πελασγίδα παραμειβόμενος. : απο εκεί πορεύτηκε απο την πεδιάδα της Θήβας και πέρασε απο το Αδραμύττιο και την πελασγική πόλη Άντανδρο (Ηρόδ. Ιστ. Πολύμνια (7ο) 42)
- όλη η περιοχή της Μυσίας (βορειοδυτική Μικρά Ασία) την οποία βρίσκονται και οι προαναφερόμενες πόλεις, Άνταντρο και το Αδραμύττιο (σημερινό Edremit στα τουρκικά)
- επίθετο της θεάς Ήρας στη Θεσσαλία και στη Σάμο
- επίθετο της θεάς Δήμητρας στο Άργος
Συγγενικά επεξεργασία
- Πελάσγιος, ία,ον
- Πελασγία
- Πελασγός
- Πελασγιάς-άδος
- Πελασγικός
- Πελασγιῶτις