Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Πάρης
      γενική του Πάρη
    αιτιατική τον Πάρη
     κλητική Πάρη
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πάρης < αρχαία ελληνική Πάρις < λουβική 𒉺𒊑𒍣𒋾𒅖 (Parizitis)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πάρης αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία) στην Ιλιάδα, ο γιος του Πρίαμου που έφερε στην Τροία την Ελένη και προκάλεσε τον Τρωικό πόλεμο. Αποκαλείται και Αλέξανδρος

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία