Δείτε επίσης: Ν.Α.

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΝΑ < νοτιανατολικός, με κεφαλαία, κατά το αγγλικό SE, South East

  Συντομομορφή επεξεργασία

ΝΑ συντομογραφία χωρίς τελείες

Δείτε επίσης επεξεργασία

Επίσης

  • Ν.Α. (Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση)