Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Μινεσότα
      γενική της Μινεσότας
    αιτιατική τη Μινεσότα
     κλητική Μινεσότα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μινεσότα < (άμεσο δάνειο) αγγλική Minnesota με απλοποίηση γραφής του διπλόυ συμφώνου

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μινεσότα θηλυκό άκλιτο ή κλιτό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία