Δείτε επίσης: Λουκᾶς, Λούκας

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Λουκάς οι Λουκάδες
      γενική του Λουκά των Λουκάδων
    αιτιατική τον Λουκά τους Λουκάδες
     κλητική Λουκά Λουκάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Λουκάς < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή Λουκᾶς < λατινική Lucius < lux < πρωτοϊταλική *louks < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *lewk- (λευκός, φωτεινός)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /luˈkas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Λου‐κάς

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Λουκάς αρσενικό

  1. (θρησκεία) ένας από τους τέσσερις ευαγγελιστές
  2. ανδρικό όνομα
  3. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Λουκά)
  4. ονομασία οικισμών της Ελλάδας

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία